Δευ, 01 Ιουλ 2024
Αρχική  > Το βήμα του Αιρετού

 Άννα Παπαδημητρίου-Τσάτσου, Αντιπεριφερειάρχης Κεντρικού Τομέα Αθηνών

15/10/2012
Πλησιάζουμε ήδη τα δύο χρόνια εφαρμογής του Προγράμματος «ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ» που σηματοδότησε μια από τις σημαντικότερες διοικητικές μεταρρυθμίσεις που θεσμοθετήθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες στη χώρα μας. Αυτή η μεταρρύθμιση εναρμονίζεται βέβαια και με όσα ισχύουν από καιρό στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η οικονομική κρίση είχε ήδη αρχίσει να διαφαίνεται στον ορίζοντα όταν έγιναν οι  πρώτες ζυμώσεις της Διοικητικής Μεταρρύθμισης και όταν ξεκίνησε πλέον η εφαρμογή της από 01-01-2011, η κρίση ήταν πια μια πραγματικότητα με την οποία έπρεπε κανείς να συμβιβαστεί.
 
Ως εκ τούτου, έχοντας ζήσει από την αρχή το εγχείρημα αυτό, δεν μπορούμε να μην αναρωτηθούμε, εάν οι αλλαγές αυτές που επέφερε ο ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ, έχουν αλλάξει, προς το καλύτερο ή προς το χειρότερο, το «τοπίο» της τοπικής αυτοδιοίκησης.  
Για να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό, πρέπει καταρχήν, να δούμε εάν η Μεταρρύθμιση έρχεται να καλύψει ένα πραγματικό κενό της κοινωνίας και να απαντήσει σε μια επιτακτική ανάγκη για την καλύτερη λειτουργία της πολιτείας στο σύνολό της.
 
Πιστεύω, πως η ιδία η Αυτοδιοίκηση, από καιρό, είχε θέσει την ανάγκη της δημιουργίας μιας αιρετής Περιφέρειας αλλά πιστεύω ακόμα, πως παρόλο που η μεταρρύθμιση αυτή έγινε σε μια στιγμή όπου η κρίση είχε αρχίσει να βαραίνει τον τόπο μας, ήταν μια επιτακτική ανάγκη να μειωθεί το κράτος, να μειωθεί δηλαδή, χωρίς να φοβηθεί να μεταβιβάσει αρμοδιότητες προς τις Περιφέρειες και τους Δήμους, να προσπαθήσει δηλαδή, κρατώντας την επιτελική του λειτουργία, να γίνει πιο αποδοτικό.
 
Όμως, ενώ πιστεύω ότι υπήρχε η βούληση να γίνει η μεταρρύθμιση όπως την περιγράφω παραπάνω, δηλαδή να εκσυγχρονιστεί η Διοίκηση με ότι αυτό συνεπαγόταν, σε επίπεδο τόσο θεσμικό όσο και οικονομικό, δεν νομίζω ότι αυτό πραγματώθηκε στη συνέχεια με έμπρακτες ενέργειες. Κάθε άλλο θα έλεγα.
Και αυτό, για λόγους που αφορούν χαρακτηριστικά του στενού πυρήνα του κράτους που είναι το πελατειακό σύστημα. Με αυτόν τον τρόπο, ο ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ, δεν πετυχαίνει τους στόχους που έθεσε αρχικά διότι δεν αποτολμά μια πραγματική αποκέντρωση. Αυτοί που καλούνται να τον πραγματώσουν και να τον ερμηνεύσουν τον αναιρούν συνέχεια! Και όπου χρειάζεται να διορθωθούν λάθη, ατέλειες ή να συμπληρωθούν κενά αυτό γίνεται με παλινωδίες και με κρατικοκεντρική νοοτροπία. Και είναι πολλά τα παραδείγματα που το επιβεβαιώνουν.
 
Σήμερα, η εφαρμογή του Καλλικράτη αναδεικνύει τη στασιμότητα στην οποία βρίσκεται το Πρόγραμμα. Πρώτον, ως προς τους στόχους που είχε θέσει, δεύτερον ως προς τη λειτουργία του καθαυτή και τρίτον και ίσως σημαντικότερο, ως προς την έλλειψη στήριξής του από την Πολιτεία.
 
Οι σημαντικότερες, κατά τη γνώμη μου, αδυναμίες και κενά του ν.3852/2010 είναι οι εξής.
·         H αποκέντρωση αρμοδιοτήτων, όποτε τελικά συντελείται, δεν συνοδεύεται από ανάλογη αποκέντρωση πόρων και προσωπικού. Εδώ υπάρχει μια άρνηση της διοίκησης για καθαρά μικροπολιτικούς λόγους.
 
·         Παραμένουν προβλήματα επικάλυψης αρμοδιοτήτων, διαιώνισης των συναρμοδιοτήτων με σκοπό, όπως πάντα, την αδράνεια, την μεταφορά ευθυνών, με τελικό σκοπό τη διάχυση της ευθύνης που φθάνει βεβαίως στην τελική της ακύρωση. Μεγάλο πρόβλημα αποτελούν επίσης, οι ασάφειες και η κωλυσιεργία όσον αφορά στη ματαβίβαση αρμοδιοτήτων από τη κεντρική διοίκηση στις νέες αιρετές Περιφέρειες. Για παράδειγμα, υπάρχει σοβαρό κενό στη νομοθεσία όσον αφορά στην αρμοδιότητα εξέτασης αιτημάτων για την ανάκληση πράξεων καταργηθέντος οργάνου αναφορικά με τις άδειες παραμονής και εργασίας αλλοδαπών. 
 
·         Η ταυτόχρονη ύπαρξη Αποκεντρωμένης Κρατικής Διοίκησης και Περιφέρειας, με αρμοδιότητες που καλύπτουν μεγάλες χωρικές ενότητες όπως είναι η Αττική, δημιουργεί την εικόνα ενός πολυτελούς σχήματος και προκαλεί ενδεχομένως απορίες ως προς την ορθολογική κατανομή αρμοδιοτήτων. Σημειώνεται δε, ότι η περιφερειακή κρατική διοίκηση επιβάλλεται από το Σύνταγμα και δεν θα μπορούσε να μην υφίσταται, αλλά ο ρόλος της αυτοδιοικητικής περιφέρειας φαίνεται να δημιουργεί μια νέα πραγματικότητα και να τίθεται θεσμικό ζήτημα ισορροπίας από τη στιγμή μάλιστα που η εποπτεία, κατά τις πάγιες διατάξεις, δεν ανήκει στην Αποκεντρωμένη Διοίκηση αλλά σε μια άλλη ανεξάρτητη υπηρεσία (Αυτοτελής Υπηρεσία ΟΤΑ), οπότε η Αποκεντρωμένη Διοίκηση χάνει μια σημαντική αρμοδιότητα.
 
·         Οι μητροπολιτικές αρμοδιότητες που προβλέπει ο Καλλικράτης, για την Αττική τουλάχιστον (δεν ξέρω εάν ισχύει το ίδιο και για τη Θεσσαλονίκη) δεν αξιοποιούνται στην πράξη καθώς οι θεματικές Επιτροπές που έχουν συγκροτηθεί για τον σκοπό αυτό υπολειτουργούν.
 
·         Η αποτελεσματικότερη εξυπηρέτηση του πολίτη, από τους βασικότερους στόχους του Προγράμματος, δεν είναι πάντοτε δεδομένη, καθώς η καθυστέρηση έκδοσης Προεδρικών Διαταγμάτων και Υπουργικών Αποφάσεων εμποδίζουν τις δημόσιες υπηρεσίες να ασκήσουν τις αρμοδιότητες που προβλέπονται από τον νόμο με αποτέλεσμα να ταλαιπωρούνται άδικα οι πολίτες. Για παράδειγμα, στο πλαίσιο του ανοίγματος των κλειστών επαγγελμάτων, υπάρχει καθυστέρηση στην έκδοση διευκρινιστικών εγκυκλίων όσον αφορά τους οδικούς μεταφορείς και την αδειοδότηση φαρμακείων εκατέρωθεν των εισόδων των νοσοκομείων, υπάρχει κενό νόμου όσον αφορά στην αδειοδότηση χώρων στάθμευσης μεγάλων οχημάτων, υπάρχει ένα συνεχές «παιχνίδι» μεταφοράς ευθύνης μεταξύ Δήμου και Περιφέρειας λόγω ασάφειας της νομοθεσίας όσον αφορά στην αδειοδότηση συντηρητών ανελκυστήρων).
 
·         Προβλήματα εντοπίστηκαν και στις διαδικασίες που κατοχυρώνουν τη διαφάνεια. Συγκεκριμένα, η «Διαύγεια», σε κάποιες περιπτώσεις, δημιούργησε περισσότερα προβλήματα εξαιτίας της τρομακτικής γραφειοκρατίας με την οποία συνοδεύεται και ίσως εντέλει να λειτουργεί «συγκαλυπτικά». Είναι τόσο μεγάλη η πληθώρα εγγράφων που αναρτούνται, ώστε είναι σχεδόν αδύνατος ο ουσιαστικός έλεγχος και η κριτική από τον πολίτη.
 
·         Σημαντικό πρόβλημα είναι και η μη προώθηση της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. Είναι γνωστό πως όσο θα μπορεί να μειώνεται η ανθρώπινη διαμεσολάβηση (και αυτό ισχύει για όλες τις υπηρεσίες), τόσο θα μειώνεται η διαφθορά και θα βελτιώνεται η ποιότητα των υπηρεσιών με τελικό αποδέκτη τον πολίτη και την γρήγορη και αποτελεσματική εξυπηρέτηση του. Όμως, εδώ, πρόκειται για ένα κομβικό ζήτημα για όλο το πολιτικό σύστημα που εμποδίζει συνειδητά αυτή την εξέλιξη. 
 
 
 Πρέπει ίσως γρήγορα να συνειδητοποιήσουμε ότι τα πράγματα δεν μπορούν να λειτουργούν όπως λειτουργούσαν τόσα χρόνια. Είναι βέβαιο ότι οι στρόφιγγες έκλεισαν και πρέπει να μάθουμε όλοι μας να λειτουργούμε πολιτικά με άλλο τρόπο.
Άμεσα και γρήγορα χωρίς όμως τον γνωστό «πρόχειρο» ελληνικό τρόπο,  θα πρέπει οι ΟΤΑ να οργανωθούμε και κυρίως να εκσυγχρονιστούμε όσο το δυνατόν καλύτερα για να μπορέσουμε να γίνουμε πιο ανταγωνιστικοί σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Για να γίνει όμως αυτό, χρειάζεται μια αλλαγή στον γενικότερο σχεδιασμό και κυρίως ανάληψη πρωτοβουλιών από την κεντρική διοίκηση για την οργανωτική και λειτουργική ολοκλήρωση των ΟΤΑ έτσι ώστε να δράσουμε πιο αποτελεσματικά στο σύγχρονο ανταγωνιστικό πεδίο.
Αυτό που χρειαζόμαστε σήμερα είναι ένα ουσιαστικό και αντικειμενικό «διάβασμα» των δυσκολιών, των εγγενών ή επίκτητων προβλημάτων που αντιμετωπίζει το Πρόγραμμα «Καλλικράτης», ένα διάβασμα που δεν μπορεί παρά να γίνει από κοινού με την Κυβέρνηση, την ΚΕΔΕ, την ΕΝΠΕ και εκπροσώπους από την κοινωνία των πολιτών. Το «διάβασμα» αυτό πρέπει να οδηγήσει, το ταχύτερο δυνατόν, σε ένα σχέδιο επανεκκίνησης του Προγράμματος με έμφαση στη λειτουργική μεταρρύθμιση, στην οικονομική εξυγίανση και στην εισαγωγή νέων προτύπων διοίκησης. Ο σκοπός μας δεν πρέπει πάντα να είναι η κατάργηση ενός νόμου που έφτιαξαν οι προηγούμενοι αλλά η διόρθωση του για να μπορούμε να προχωρήσουμε παρακάτω. Πρέπει να φροντίσουμε να δημιουργούμε συνέχειες στη διοίκηση και όχι ασυνέχειες. Να βελτιώνουμε και όχι να καταργούμε.
Οι θεσμοί και οι νόμοι που έχουμε δεν είναι όλοι για πέταμα. Αισθάνομαι ότι η βασική αδυναμία μας, πολλές φορές, αρχίζει από την άρνηση μας να εφαρμόσουμε οτιδήποτε το καινούργιο. Για να μην αναφερθούμε στη γενικότερη αρχή που λέει ότι καλός είναι ο νόμος που αφορά τον άλλο και ποτέ εμάς!!
 
Η οικονομική κρίση που βιώνει η χώρα και η εφαρμογή των αυστηρών μνημονίων είναι οι κύριοι λόγοι που δεν λειτουργεί αποτελεσματικά η δημόσια διοίκηση της χώρας ;;;;
 
Όλοι μιλάνε, και είναι απολύτως θεμιτό, για τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στη λειτουργία των ΟΤΑ, ότι δηλαδή η κρίση έχει εκμηδενίσει κάθε θετική συνέπεια της μεταρρύθμισης και ότι έχει ουσιαστικά υπονομεύσει κεκτημένα της αυτοδιοίκησης πολλών δεκαετιών. Το γεγονός όμως ότι η κρίση εμποδίζει ως ένα σημείο την αποτελεσματική εφαρμογή του Καλλικράτη, δεν σημαίνει ότι ο Καλλικράτης προκάλεσε την οικονομική ασφυξία των ΟΤΑ! Γιατί ξεχνάμε την αποδεδειγμένη κακοδιοίκηση σε πολλούς οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης την τελευταία εικοσαετία; 
Η προβληματική δομή, από την σύσταση ενός κράτους που ποτέ δεν οργανώθηκε στα πρότυπα ενός ευρωπαϊκού αστικού κράτους, η παρασιτική σχεδόν λειτουργία ορισμένων θεσμών και η ραγδαία επιδείνωση της όποιας ελάχιστης και στρεβλής λειτουργίας του τα τελευταία χρόνια, ευθύνεται, κατά τη γνώμη μου, κατά κύριο λόγο, για τη γιγάντωση του δημοσιονομικού μας προβλήματος. Προπάντων, σε σχέση με την υπό συζήτηση μεταρρύθμιση, φταίει η εξαρχής έλλειψη οργανωμένου συστήματος διοίκησης της μεταρρύθμισης και η μη πρόβλεψη μεταβατικής περιόδου από το παλαιό καθεστώς στην εδραίωση του νέου θεσμού.
Μια σοβαρή θεσμική μεταρρύθμιση απαιτεί κατά βάση δύο πυλώνες για να πραγματοποιηθεί:
 
            ΠΡΩΤΩΝ, ιδίως όταν η διοίκηση δουλεύει ελλειπτικά, χρειάζεται ένας εύλογος χρόνος για να στηθεί πρώτα ο νέος θεσμός και έπειτα να λειτουργήσει και
            ΔΕΥΤΕΡΟΝ, και πιο σημαντικό, πρέπει η πολιτεία να φροντίσει ώστε η μεταρρύθμιση να διαμεσολαβήσει στην κοινωνία και να γίνει κτήμα της. Εξάλλου,  μια διοικητική μεταρρύθμιση έχει νόημα όταν είναι αποτέλεσμα μιας πραγματικής κοινωνικής αναγκαιότητας. Τότε μόνο, γίνεται σεβαστή και αποδεκτή. Αποδεκτή τόσο από αυτούς που καλούνται να την εφαρμόσουν (διοικούντες) όσο και σε αυτούς για τους οποίους εφαρμόζεται, δηλαδή τους πολίτες (διοικούμενοι).
Δεν ξέρω στ’ αλήθεια, ποιες είναι οι αιτίες των προβλημάτων της διοικητικής μεταρρύθμισης, όπως τη βιώνουμε στην Αυτοδιοίκηση τώρα με τον Καλλικράτη και παλιότερα με τον Καποδίστρια:
α) η ήδη στρεβλή λειτουργία της υφιστάμενης διοίκησης;
β) οι αδυναμίες του ίδιου του νόμου; (αλλοίμονο και εάν δεν υπήρχαν! Κανένα εγχείρημα, όσων καλών προθέσεων και αν είναι, δεν είναι τέλειο),
γ) αυτοί που καλούνται να το εφαρμόσουν, δηλαδή η ίδια η Διοίκηση;
δ) οι πολίτες;
ε) ή ο συνδυασμός όλων των παραπάνω;

Νομίζω, πως οι πολίτες, είναι τα αιώνια θύματα που η ανυπαρξία διοίκησης έχει οδηγήσει πολλές φορές, και το ποιο υγιές τμήμα τους, να επιλέξει «παραδρόμους» για την ικανοποίηση των αναγκών τους. Αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς στη διάγνωση, πρέπει να κοιτάξουμε τους δύο πρώτους δηλαδή το κράτος στην ευρεία έννοια του, και την αυτοδιοίκηση με τις αγκυλώσεις του παρελθόντος. ΔΗΛΑΔΗ, πρέπει να κοιτάξουμε προς ολόκληρη τη ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ. Τότε, και μόνο τότε, θ’ αρχίσουμε πρώτα να λέμε την αλήθεια μεταξύ μας, ώστε να την πούμε ωμά, επιτέλους, κάποτε, και στον κόσμο.
Δηλαδή, και εδώ, όπως και στην πραγματική ασθένεια, εάν, ΠΡΩΤΩΝ, δεν γίνει η σωστή διάγνωση, ΔΕΥΤΕΡΟΝ, η διάγνωση δεν γίνει αποδεκτή από τον ασθενή, δεν θα μπορέσει ποτέ να χορηγηθεί το σωστό φάρμακο για την αποθεραπεία του αρρώστου. Στη δική μας περίπτωση, ο άρρωστος είναι η Ελληνική Διοίκηση, μέρος της οποίας είναι και η Αυτοδιοίκηση.

Εδώ βέβαια, δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε τη διαφορετικότητα των επιπέδων διοίκησης και τις ουσιαστικές διαφορές που υφίστανται μεταξύ κράτους και διοίκησης, ώστε να μιλάμε και για διαφορετικό μερίδιο και ποιότητα ευθύνης. Έτσι λοιπόν, εδώ, η κρατική εξουσία, θέλοντας και μη, έχοντας εξ ορισμού την κύρια ευθύνη άρθρωσης κεντρικού πολιτικού λόγου και σχεδιασμού, έχοντας στα χέρια της και τη νομοθετική εξουσία, έχει την πρωτιά της ευθύνης στα κακώς κείμενα. Όμως, και η Αυτοδιοίκηση, με τις αγκυλώσεις του παρελθόντος και την κακοδιοίκηση, έχει και αυτή το δικό της, σημαντικό κομμάτι ευθύνης να αντιμετωπίσει. Οι θεσμοί είναι απρόσωποι αλλά και πολύ συγκεκριμένοι μιας και συγκεκριμένοι άνθρωποι καλούμαστε πάντοτε να τους υπηρετήσουμε.
Έτσι λοιπόν, κλείνοντας, το συμπέρασμα που συνάγω, από την θέση που βρίσκομαι σήμερα, πρώτα για τον εαυτό μου και ύστερα για τους άλλους, είναι ένα: Από όποια θέση και εάν καλούμαστε να υπηρετήσουμε το δημόσιο χώρο στον τόπο μας σήμερα, πρέπει να το κάνουμε με μια αίσθηση απόλυτης προσφοράς, με σκοπό, όλοι μαζί, να αλλάξουμε τα πάντα και να χτίσουμε τον τόπο μας από την αρχή. Λέγοντας τα πάντα, εννοώ ιδίως τις νοοτροπίες που δεκαετίες τώρα δηλητηριάζουν όλο το πολιτειακό σύστημα και οδήγησαν τη χώρα μας στην εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση που βιώνει το μεγαλύτερο μέρος του λαού μας σήμερα.
 
Όλοι μαζί, απ΄ όποια θέση και εάν βρισκόμαστε, προσπαθώντας και επιμένοντας, θα τα καταφέρουμε, τόσο στην αυτοδιοίκηση όσο και την γενικότερη διοίκηση της χώρας.